Τώρα που για άλλη μια φορά στην περίοδο της νέας προδοσίας που ενέσκηψε πρέπει να ψάξουμε να βρούμε τους φίλους μας και να απαλλαγούμε από τους εχθρούς μας. Στο πνεύμα αυτό αναρτώ την παρουσίαση που έγινε από τον πρέσβη Μάνο Μεγαλοκονόμου ενός μεγάλου φίλου της Ελλάδας, μπορώ να πω ενός κινέζου έλληνα.
Ο ΦΙΛΟΣ ΜΑΣ Ο ΛΟΥΌ
του κ. Μάνου Μεγαλοκονόμου, πρέσβη ε.τ.
Είκοσι χρόνια πέρασαν από τον θάνατο του μεγάλου φίλου της χώρας μας, του Λούο Νιανσένγκ. Μεγάλου φίλου της Ελλάδας και του πολιτιστικού της παρελθόντος κι’ ας μη τον γνωρίζει πολύς κόσμος στη χώρα μας. Σε μια εποχή που οι φίλοι της Ελλάδος μετριούνται στα δάκτυλα, σε μια εποχή όπου στο εσωτερικό κομπλεξικά ανθρωπάκια αγωνίζονται να υποβαθμίσουν την εθνική αυτοσυνειδησία των συμπατριωτών μας και αδηφάγα όρνεα μέσα και έξω από την πατρίδα μας απομυζούν κάθε της ικμάδα, έρχεται στον νου έντονη η ανάμνηση ενός ανθρώπου. Ενός ανθρώπου ξένου, μακρινού που έζησε με πάθος για την Ελλάδα, που επιβίωσε χάρη στην αγάπη του για την Ελλάδα, που πέρασε αυτή την αγάπη του σε εκατοντάδες εκατομμυρίων συμπατριώτες του. Και δεν αναφέρουμε το γεγονός μόνο για να τιμήσουμε τον εκπληκτικό αυτόν άνθρωπο αλλά και για να υπενθυμίσουμε για όσους το ξέχασαν την τρομερή, παντοτινή και παγκόσμια ισχύ της ελληνικής παράδοσης, της ελληνικής γραμματείας και του ελληνικού πνευματικού δυναμισμού.
Αν αναλογισθούμε την εποχή, για μας τους σημερινούς έλληνες, συνηθισμένους στην απόλυτη και συχνά άναρχη ελευθερία η εικόνα φαίνεται πιο απίστευτη κι’ από τις φανταστικές περιγραφές του Όργουελ. Η «Μεγάλη Μορφωτική Επανάσταση του Προλεταριάτου» στην Κίνα βρίσκεται στο απόγειό της. Οι Ερυθροφρουροί έχουν εξαπολυθεί και διώκουν και καταγγέλλουν καθηγητές και πνευματικούς ανθρώπους. Τα βιβλία καίγονται. Σύμφωνα με τις οδηγίες του κόμματος κλείνουν σχολεία, οι δάσκαλοι υποχρεούνται να δουλέψουν σε αγροτικές εργασίες και γενικά εξαπολύεται εκστρατεία για την καταστροφή των τεσσάρων «παλιών» της χώρας που είναι τα έθιμα, οι συνήθειες, η κουλτούρα και η σκέψη, πέραν της σκέψης του Μάο.
Και υπάρχει ένας άνθρωπος στην αχανή αυτή χώρα, μικρόσωμος εξηντάρης με φυσικό όλο ανθρωπιά χαμόγελο ακόμη και στον πιο μεγάλο πόνο. Ένας άνθρωπος που είναι, όπως όλοι στη χώρα του, στρατευμένος. Μέλος την Ερυθράς φρουράς γράφει μεγάλους χαρακτήρες, πολιτικά συνθήματα όλη μέρα σε τοίχους και σε αφίσες. Ενώνει τη φωνή του και πολεμάει όπως όλες οι «λαϊκές μάζες», εναντίον των «αντιδραστικών στοιχείων» μέχρι να πέσει το φως του ήλιου. Και, μετά, ξενυχτάει. Ξενυχτάει γιατί ζει τη νύχτα μια διαφορετική ζωή. Την πραγματική του ζωή. Μεταφράζει, διορθώνει, αντιγράφει στη γλώσσα του τους έλληνες κλασσικούς συγγραφείς. «¨Όταν ο κόσμος γύρω μου κοιμάται», αναφέρει ο ίδιος, «εγώ μεταφράζω και διορθώνω παλιές μου μεταφράσεις σε εποχή που απαγορεύεται ακόμη και η ανάγνωση. Γι’ αυτό έπρεπε να δουλεύω κρυφά». Και μεταφράζει Αισχύλο (Προμηθέα Δεσμώτη, Αγαμέμνονα, Αντιγόνη, Οιδίποδα Τύραννο, Οιδίποδα επί Κολωνώ), και μεταφράζει Αριστοτέλη, και μεταφράζει Αριστοφάνη (έξι Κωμωδίες), και μεταφράζει Ευριπίδη (έξι Τραγωδίες) και μεταφράζει Όμηρο. Την εποχή της Μορφωτικής Επανάστασης ολοκληρώνει και τελειοποιεί το έργο ζωής του αφού τα προηγούμενα σαράντα χρόνια δούλεψε για ν’ αποδώσει στη γλώσσα του, στα κινεζικά, τεράστιο μέρος της ελληνικής κλασσικής Γραμματείας. Εικοσιπέντε αρχαίες Ελληνικές Τραγωδίες και Κωμωδίες, το «Περί Ποιητικής» και την «Ρητορική» του Αριστοτέλη, τους Μύθους του Αισώπου. Αφού συνέγραψε δύο βιβλία το «Ελληνικό Δράμα» και το «Δοκίμια περί της Ελληνικής Ζωής και Πολιτισμού».
Μπορεί κανείς να πει ότι πολλοί είναι οι αξιόλογοι και πολυγραφότατοι μελετητές της Ελληνικής γραμματείας ανά τον κόσμο. Και είναι πράγματι χιλιάδες. Υπάρχουν όμως εδώ δύο ιδιαίτερα χαρακτηριστικά που αναδεικνύουν την χωρίς υπερβολή μοναστικά αφοσιωμένη στην Ελλάδα μορφή του Λούο Νιανσένγκ. Το πρώτο είναι ότι εργάζεται ακατάπαυστα επί πενήντα χρόνια χωρίς να έχει ελπίδα να ιδεί ποτέ τα έργα του δημοσιευμένα, ιδίως στην τελευταία περίοδο της μορφωτικής Επανάστασης. Το δεύτερο χαρακτηριστικό είναι ότι ποτέ κανείς πνευματικός άνθρωπος δεν έκανε γνωστή την ελληνική γραμματεία μέσα σε ελάχιστα χρόνια σε τόσο τεράστιο κοινό, Ένα κοινό εκατοντάδων εκατομμυρίων ανθρώπων. Γιατί η εποχή που μπόρεσε να δημοσιεύσει τα έργα του αλλά και να ανεβάσει τις μεταφρασμένες στα κινεζικά Τραγωδίες ήλθε επιτέλους στη δεκαετία του 80’. Όταν το 1986 η Κεντρική Ακαδημία Δράματος της Κίνας ανέβασε για πρώτη φορά τον Οιδίποδα Τύραννο ο Λούο Νιανσένγκ που ήταν και εκτελεστικός σύμβουλος της παράστασης αγωνιούσε. Δεν είχε καμιά προηγούμενη γνώση για το κατά πόσο θα ήταν αρεστή στο κινεζικό κοινό μια παράσταση τελείως ξένη για τα δικά του βιώματα και ενδιαφέροντα. Η επιτυχία όμως της παράστασης του έδωσε καινούργια φτερά και ενθουσιασμό. Δύο χρόνια αργότερα το Θέατρο του Χαρμπίν ανέβασε με σκηνοθέτη τον γιό του Λούο Τζινλίν, που ακόμη και σήμερα συνεχίζει το έργο του πατέρα του, την Αντιγόνη του Σοφοκλή. Ο Λούο το είχε μεταφράσει πριν σαράντα χρόνια και η πρώτη αυτή παράσταση του έδωσε μεγάλη χαρά και ικανοποίηση. Παρά την ηλικία του, ήταν τότε ογδόντα πέντε ετών, είχε δηλώσει ότι ήλπιζε να δει πολλές ακόμη παραστάσεις των μεταφρασμένων από τον ίδιο κλασσικών έργων, «έργων που θα μπορούσαν όχι μόνο να ικανοποιήσουν καλλιτεχνικά το κοινό αλλά και να προσδώσουν νέα άνθηση στην θεατρική τέχνη του Έθνους μας (του κινεζικού έθνους)» είπε. «Καθώς η Τραγωδία έχει αποστολή να απαλύνει τον χαρακτήρα των ανθρώπων και να τους βοηθά να αντιλαμβάνονται βαθύτερα τον κόσμο και το νόημα της ζωής».
Τον Λούο Νιανσένγκ τον συνάντησα μόλις μετατέθηκα στην Κίνα στα τέλη του 1986. Άγνωστος ακόμη τότε στην Ελλάδα, αλλά με την πνευματική του εργασία σχεδόν ολοκληρωμένη, με αρκετά από τα έργα του δημοσιευμένα σε βιβλία που είχαν αρχίσει να κυκλοφορούν στην Κίνα. Με τα χαμογελαστά του μάτια πίσω από στρόγγυλα γυαλιά και συγκινητική ταπεινοφροσύνη που έδειχνε το μεγαλείο του ανθρώπου ανταλλάξαμε πολλές σκέψεις που έδωσαν τροφή για μια προσπάθεια να γίνει το έργο του γνωστό και στη χώρα μας. Η συνέχεια, τα τελευταία τρία χρόνια της ζωής του, του έδωσαν ένα μέρος από τις ικανοποιήσεις που του όφειλε η επί πενήντα χρόνια αφοσιωμένη στο πνεύμα ζωή του. Τιμήθηκε με το Βραβείο της Ακαδημίας Αθηνών, έγινε επίτιμος ερευνητής και καθηγητής του Ινστιτούτου Ξένης Λογοτεχνίας που υπάγεται στην Κινεζική Ακαδημία Κοινωνικών Επιστημών, και είδε εν ζωή να ανεβάζονται παραστάσεις έργων του στους Δελφούς μετά πρόσκληση του Ευρωπαϊκού Πολιτιστικού Κέντρου Δελφών. Κάτι «που δεν είχε φαντασθεί ούτε στα πιο τρελά του όνειρα», όπως χαρακτηριστικά είπε ο ίδιος.
Όταν ήλθε στην Ελλάδα για να παραλάβει το άλλο τιμητικό του Δίπλωμα από το Πάντειο Πανεπιστήμιο, αρρώστησε, κινδύνεψε και εισήχθη επειγόντως στο Νοσοκομείο όπου εγχειρίσθηκε. Είχαν τότε δημοσιευθεί αρκετά σχετικά για το έργο του και η Μελίνα Μερκούρη, Υπουργός τότε Πολιτισμού, τον επισκέφθηκε η ίδια στο κρεββάτι του νοσοκομείου. Επέστρεψε στην Κϊνα και σε συζητήσεις που κάναμε από κει και πέρα και μέχρι τον θάνατό του δεν έπαυσε να λέει, αναφερόμενος στην περιπέτεια της υγείας του: «Τόσα χρόνια που δούλευα για την διάδοση της λογοτεχνικής και πολιτιστικής παράδοσης της Ελλάδος στην Κϊνα ποτέ δεν φαντάσθηκα ότι θα έλθει μια μέρα η Ελλάδα να μου σώσει τη ζωή και να μου δώσει έτσι την ευκαιρία να εργασθώ ακόμη λίγα χρόνια γι’ αυτήν – και πάλι».
Μάνος Μεγαλοκονόμος*
Μάρτιος 2010
*Ο κ. Μάνος Μεγαλοκονόμος Πρέσβης ε.τ.
Διετέλεσε Πρέσβης της Ελλάδος στην Κίνα στα έτη 1986-1990
Εγγραφή σε:
Σχόλια ανάρτησης (Atom)
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου